Advertisement

Doctor blogger

ΤΗΛΕΌΡΑΣΗ ΠΡΟΣΕΧΩΣ

Η πορνεία αγοριών και γυναικών στην Οθωμανική Αυτοκρατορία

Η πορνεία, λένε, είναι το αρχαιότερο επάγγελμα στον κόσμο, αλλά όταν πρόκειται για την οθωμανική εποχή, πολύ λίγα είναι γνωστά- και όχι γιατί δεν έχει γίνει αρκετή έρευνα για το θέμα. 
Ενώ ο γάμος, το διαζύγιο, η δουλεία και η μοιχεία, ρυθμίζονται εκτενώς στο οθωμανικό εθιμικό δίκαιο  και τον μουσουλμανικό νόμο- τη Σαρία, η πορνεία απουσιάζει, γράφει στο κείμενο της η συγγραφέας Niki Gamm.

Επιπλέον, οι ερευνητές έχουν την τάση να παραπονιούνται ότι οι περιπτώσεις που αναφέρονται στα οθωμανικά αρχεία, συχνά, δεν είναι  συγκεκριμένες, ώστε να προσδιορισθεί εάν η καταγγελία περί «ανηθικότητας» περιελάμβανε την πορνεία. 


Μία από τις πρώτες φορές που γνωρίζουμε για το θέμα, είναι κατά τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς(1522-1566). 
Το περιστατικό αναφέρεται  στο 1565, σύμφωνα με τον Ρεφίκ Αχμέτ Σεβενγκίλ στο έργο του «Πως διασκέδαζαν στην Κωνσταντινούπολη». 

Οι εντόπιοι σε μια συνοικία που ονομαζόταν Σουλτάνγκιρ πήγαν στον τοπικό καδή (δικαστή) και κατήγγειλαν  πέντε γυναίκες που κατοικούσαν στην περιοχή. 

Οι πέντε γυναίκες, τα ονόματα των οποίων ήταν Αράπ Φατί, Ναρίν, Γκιριτλί Νεφίσε, Κάμερ- η οποία ήταν γνωστή και ως Αλτί Ασές και Μπαλατί Γιουμνί. 
Η καταγγελία ήταν ότι αυτές οι γυναίκες ασχολούνταν ξεδιάντροπα με την πορνεία. Από τις πέντε γυναίκες μόνο η Αράπ Φατί, αρνήθηκε να παρουσιασθεί ενώπιον του δικαστή, όταν κλήθηκε. 

Αποφασίσθηκε τα σπίτια αυτών των γυναικών να πωληθούν και οι γυναίκες θα εκδιωχθούν από την πόλη. 
Όταν ο ιμάμης (ο επικεφαλής της Προσευχής) ήρθε στο σπίτι της Αράπ Φατί, ο δικαστής και ο νόμος της σαρία αποφάνθηκαν ότι αυτή δεχόταν ξένους (άνδρες που δεν ήταν ούτε ο πατέρας, σύζυγος ή αδελφός) μέσα στο σπίτι της. 

Η ίδια ισχυρίστηκε ότι ο άνδρας της ήταν Γενίτσαρος  και ως εκ τούτου βρισκόταν σε πολλές στρατιωτικές εκστρατείες και αυτή έγινε πόρνη για να επιβιώσει. 
Περιττό να πούμε ότι το σπίτι της πωλήθηκε και αυτή κλείστηκε στη φυλακή μέχρι να γυρίσει ο άνδρας της. 


Η πορνεία δεν περιοριζόταν σε ένα συγκεκριμένο μέρος, αλλά υπήρχε σε όλη την Κωνσταντινούπολη. 

Δύο χρόνια μετά από προηγούμενη περίπτωση, ο Σουλτάνος Σελήμ Β΄ (1566-1574) εξέδωσε διάταγμα- έκκληση για την καταγραφή της πορνείας και της ανηθικότητας στην πόλη με ρητή εντολή να καταγραφούν όλες οι πόρνες και να φυλακισθούν. 
Προφανώς, η εντολή για την εξάλειψη της πορνείας δεν ήταν πολύ επιτυχής, επειδή ήταν πάρα πολύ εύκολο να δωροδοκηθούν οι υπάλληλοι και να ‘κωφεύσουν’. 

Ο Μαρίνος Σαρηγιάννης στο έργο του «Η πορνεία στην οθωμανική Κωνσταντινούπολη- τέλη του δέκατου έκτου και αρχές του δέκατου όγδοου αιώνα»[Marinos Sariyannis : “Prostitution in Ottoman Istanbul, Late Sixteenth – Early EighteenthCentury”], σχολιάζει ότι ο νόμος αυτός φαίνεται, μάλλον, ασαφής και οδηγεί πολλούς νομικούς του 16ου αιώνα να εξετάσουν την πορνεία νομικά, αλλά υποθάλπουν ότι αποτελούσε έγκλημα. 

Οι Οθωμανοί προτιμούσαν να εξαναγκάσουν σε πρόστιμα στις γυναίκες που ασκούσαν ένα είδος ‘μοιχείας’και αυτό φαίνεται  από τις ίδιες τις πόρνες, αφού δεν είχαν  κανένα δισταγμό να πάνε στον καδή και να απαιτήσουν να πληρωθούν για τις υπηρεσίες τους- όταν πελάτες αρνούνταν να τις πληρώσουν. 
Ο συγγραφέας επίσης, επικαλείται το παράδειγμα του κυβερνήτη της Δαμασκού κατά τον 18ο αιώνα, ο οποίος εγκατέλειψε τα διατάγματα και τις τιμωρίες και προτίμησε να απαιτήσει μηνιαία πληρωμή από κάθε πόρνη. 

Το 1703 η Αδριανούπολη ήταν γεμάτη από μοιχαλίδες και πούστηδες και για μια ακόμη φορά οι αξιωματούχοι έδωσαν εντολή να καταγραφούν όλοι σε κάθε γειτονιά. 

Τον 19ο αιώνα πολλά χάνια άνοιξαν στην Κωνσταντινούπολη, στο Γενίκαπί, στο Χασίκιοϊ και στο Γαλατά στο Καντίκιοϊ. 
Συνήθως, το σεξουαλικό αντικείμενο σε αυτά ήταν όμορφα νεαρά αγόρια, αν και η ψυχαγωγία παρέχονταν από τις γυναίκες που χόρευαν και τραγουδούσαν. 
Την εποχή αυτή γινόταν διακίνηση γυναικών από τα Βαλκάνια κυρίως στην Κωνσταντινούπολη από συμμορίες που προσλάμβαναν και κυκλοφορούσαν γυναίκες από διάφορα μέρη όπως από τη Σμύρνη και την Τεργέστη. 
Στις ξένες γυναίκες, είχαν χορηγηθεί άδειες να εργασθούν σε πορνεία σε ορισμένες περιοχές, ενώ οι μουσουλμάνες νομικά απαγορευόταν να ασκούν την πορνεία. 
Ωστόσο, οι τελευταίες ήταν γνωστό ότι δούλευαν σε σπίτια μουσουλμανικών συνοικιών, όπως το Ακσαράι με πλήρη γνώση των γειτόνων. 

Επίσης, προξενεία διάφορων χωρών έδειχναν ενδιαφέρον για τη «διάσωση» μιας γυναίκας, όταν ήταν ανήλικη και η οικογένειά της ζητούσε τη βοήθειά της. Το προξενείο που πιο συχνά ασχολούνταν με τέτοια θέματα ήταν αυτό της Αυστρίας. 

Η οθωμανική αστυνομία είχε την τάση να μην παρεμβαίνει σε ό, τι συνέβαινε με αλλοδαπούς και αυτό το μήνυμα σύντομα πέρασε μέσα στους διακινητές γυναικών, οι οποίοι στη συνέχεια αποκτούσαν την οθωμανική υπηκοότητα για να έχουν την προστασία της χαλαρής οθωμανικής νομοθεσία έναντι των ξένων προξενείων. 


Η πορνεία των νεαρών αγοριών 

Ενώ οι Δυτικοί έχουν την τάση να σκέφτονται τις πόρνες ως γυναίκες , ο Οθωμανικός Πολιτισμός, έδινε μεγάλη έμφαση στην ομορφιά των νεαρών αγοριών. 

Οι συγγραφείς Walter G. Andrews και Mehmet Kalpaklı, αντιμετωπίζουν αυτήν την κατάσταση στο βιβλίο τους «Η Εποχή των Αγαπημένων»-«The Age of Beloveds». 
«Σε μια εποχή που η δημόσια ζωή κυριαρχούνταν από τους άνδρες- όπως ήταν μεταξύ των Οθωμανών-, καθώς οι πόλεμοι ήταν συχνοί και πολλοί άνδρες περνούσαν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους ως πολεμιστές, με την παρέα άλλων ανδρών και στην οποία οι άνδρες ήταν μορφωμένοι ενώ οι γυναίκες δεν ήταν, σε αυτά που ο κόσμος αναγνώριζε ως αρσενικές αρετές- για παράδειγμα τη δύναμη, την ανδρεία, τη φυσική του ρώμη, την αρρενωπή ομορφιά, το καλλιτεχνικό ταλέντο, την ευγλωττία- ήταν στοιχεία υψηλής αξίας. 

Το να έλκονται από τέτοια νεαρά αγόρια και αγαπώντας τα, ήταν μια επιβεβαίωση αυτών των αξιών και αρετών, τις αξίες που ένας άνθρωπος αναζητεί για τον εαυτό του. 
Σε κάποιον, επίσης, μπορεί να του άρεσαν οι γυναίκες, τότε απολάμβανε τις σχέσεις μαζί τους, αλλά η σχέση πρέπει ήταν πάντα εξαιρετικά άνιση σε σχέση τόσο με την απονομή της εξουσίας όσο και στην διακίνηση των πολιτιστικών προσδοκιών», γράφουν οι συγγραφείς. 

Στην οθωμανική κοινωνία, οι γυναίκες στις πιο εύπορες τάξεις ήταν κλεισμένες στα σπίτια τους, εκτός από εκείνες- μεταξύ των φτωχών- που πήγαιναν αναγκαστικά έξω για να ψωνίσουν και να λάβουν τα απαραίτητα για τις οικογένειές τους. 
Έτσι δεν αποτελούσε έκπληξη να βρεθούν νεαρά αγόρια/ άνδρες, σε διάφορους ρόλους στην ανδροκρατούμενη κοινωνία, όπως συνοδοί στο μπάνιο ή σερβιτόροι σε ταβέρνες. 

Δεν χρειάσθηκε πολύ χρόνος για γίνει αντιληπτό από τους ιδιοκτήτες χανιών – ταβερνών, ότι τα νεαρά αγόρια ήταν πιο ελκυστικά στους Οθωμανούς άνδρες και αυτό τους έκανε να έχουν πολλά στους χώρους τους. 

Οι συγγραφείς Andrews και Kalpaklı, αναφέρουν μια συγκεκριμένη περίπτωση του ποιητή Γκατζάλι, ο οποίος έχτισε ένα συγκρότημα λουτρών στην Μπεσίκτας και το στελέχωσε με όμορφα νεαρά αγόρια. 

Αποδείχθηκε ότι έγινε τόσο δημοφιλές, που οι άλλοι ιδιοκτήτες λουτρών υπέβαλαν καταγγελίες εναντίον του (για πρωτοφανή όργια με τα αγόρια) και τελικά οι αρχές το κατεδάφισαν. 

Οι αρχές φαίνεται έκαναν τα στραβά μάτια στην  χρησιμοποίηση και στη διαθεσιμότητα αυτών των νεαρών αγοριών, ωστόσο επενέβαιναν όταν το ζήτημα έφθασε σε κοινωνική οργή ή αλλεπάλληλους βιασμούς τους. Η τιμωρία δεν ήταν καθορισμένη και εξαρτιόταν, ανάλογα, με την περίπτωση. 


Κείμενο στην τουρκική εφημερίδα Χουριέτ. 
Απόδοση: 
© mikres-ekdoseis- Γιῶργος Ἐχέδωρος


lithosfotos.blogspot


Powered By BloggerTips.gr